Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

ΔΙΑ ΤΟ ΑΝΕΦΑΡΜΟΣΤΟΝ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΑΡΘΡΟΥ 497&7 ΚΠΔ

ΠΡΟΣ
Υπουργόν Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Λεωφ. Μεσογείων 96, τηλ. 210-7767532),             κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου του Ηλία.
****************************************************************************
Παρατηρείται τον τελευταίο καιρό μία εντονώτατη απροθυμία των Δικαστών του Πενταμελούς Εφετείου Αναστολών να εφαρμώσουν το άρθρο 497&7 ΚΠΔ και να δώσουν αναστολή σε ποινές καθείρξεως από 5-10 έτη (δηλ. τα λεγόμενα «ήπια» κακουργήματα) μέχρι εκδικάσεως της εφέσεως των κατηγορουμένων.
Το παράδοξο είναι στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 3811/2009, για αυτά τα «ήπια» κακουργήματα, ρητά αποκλείεται η προφυλάκιση.
Κι ενώ η αιτιολογική έκθεση τα αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη επιείκεια, αποκλείοντας ως προς αυτά την προσωρινή κράτηση μέχρι την επί της ουσίας εκδίκασή τους σε α΄βαθμό, οι κ.κ. Δικαστές των Πενταμελών Εφετείων Αναστολών απορρίπτουν σωρηδόν τις αιτήσεις αναστολής των κατηγορουμένων, χωρίς καμμία απολύτως αιτιολογία, αφήνοντας τους καταδικασμένους σε ποινή από 5-10 χρόνια στη Φυλακή, μέχρι να εκδικασθεί η εις βάρος τους κατηγορία σε β΄ βαθμό.
Όμως, η εκδίκαση των εφέσεων, λόγω της σωρείας των υποθέσεων που συσσωρεύονται στα πινάκια των Πενταμελών Εφετείων, ορίζεται μετά από δύο τουλάχιστον χρόνια από την εκδίκαση του α΄ βαθμού. Δυστυχώς το αποτέλεσμα αυτής της άκρως απογοητευτικής πραγματικότητας, οδηγεί στην πλήρη αποδυνάμωση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, αφού όταν πλέον μετά από μακρά αναμονή μέσα στη φυλακή, φθάνει η πολυπόθητη ώρα να εκδικασθούν τα Εφετεία τους, έχουν πλέον εκτίσει όλη (ή τουλάχιστον την μεγαλύτερη) ποινή τους και τότε πλέον διαπιστώνουν ότι η δευτεροβάθμια κρίση του Δικαστηρίου, η οποία πολλές φορές είναι αθωωτική, σίγουρα δεν είναι πολύ πιο επιεικής από εκείνη του α΄ βαθμού, πραγματοποιείται πάρα πολύ αργά, αφού έχουν παραμείνει άπρακτοι, μακριά από την κοινωνία, τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους, για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, σπάνια μηνών, πολύ συχνά έτους ή ετών.
Έχουμε ακούσει πάρα πολλές φορές τον εκάστοτε Υπουργό Δικαιοσύνης, για αποσυμφόρηση των φυλακών, για προστασία των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων και των κρατουμένων στα Καταστήματα Κράτησης της χώρας. Και όμως, μέχρι σήμερα, κοντά στα μέσα του έτους 2011, τίποτα από όσα έχουν εξαγγελθεί, δεν έχει γίνει πραγματικότητα. Εκατοντάδες, χιλιάδες άνθρωποι, άντρες-γυναίκες και –το χειρότερο- παιδιά στοιβάζονται στις φυλακές της χώρας, κάτω από άθλιες συνθήκες καθημερινής διαβίωσης, χωρίς έστω και τα στοιχειώδη μέτρα υγιεινής, αποκομμένοι από την ζωή, τα σπίτια και τις οικογένειές τους, δικάζονται, καταδικάζονται και μετά; Μετά απλά περιμένουν… Περιμένουν χρόνια για να εκδικασθεί το Εφετείο τους, γιατί μόνο τότε έχουν την ελπίδα ότι θα ανοίξει η πόρτα της φυλακής και θα επιστρέψουν στην ελεύθερη ζωή. Ειναι, κυρίως,  άνθρωποι που έχουν καταδικασθεί για «οικονομικά» αδικήματα, άνθρωποι που πριν μπουν στην φυλακή, είχαν σπίτι, εργασία, κοινωνική κατάρτιση, ήσαν επαγγελματίες, επιστήμονες, μέλη της κοινωνίας γενικότερα.
Είναι όλοι αυτοί που, μετά την καταδίκη τους σε α΄ βαθμό απευθύνονται, όπως έχουν δικαίωμα από τον Νόμο, στο Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, ζητώντας την αναστολή της εκτελέσεως της ποινής τους, επειδή πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 497&7 ΚΠΔ. Σωρεία οι αιτήσεις αυτές, μια απλή ανάγνωση των πινακίων κατά την ημέρα Συνεδριάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αναστολών αποδεικνύει ότι κρίνονται 30-40 αιτήσεις στην κάθε συνεδρίαση. Εύλογα, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα: Δεν υπάρχει ούτε ένας άξιος να τύχει της αναστολής; Είναι όλοι «ιδιαιτέρως επικίνδυνοι», «υπότροποι» ή «ύποπτοι φυγής»; Δεν υπάρχουν άρρωστοι ή κανείς δεν έχει οικογένεια που «βλάπτεται ανεπανόρθωτα από την συνέχιση της εκτίσεως της ποινής του»; Και, όμως, πράγματι υπάρχουν. Υπάρχουν Ελληνες, αλλά και αλλοδαποί, με γνωστή διαμονή, με ιδιόκτητη κατοικία, με οικογένεια, με επάγγελμα, με όσα τέλος πάντων χαρακτηρίζουν ένα συνετό, κοινωνικό άτομο. Δεν δικαιούται κανείς να παραμείνει εκτός φυλακής μέχρι να κριθεί σε β΄ βαθμό η υπόθεσή του και τότε πλέον να εκτίσει την ποινή του;
Η δικαιολογία που ακούστηκε από τα χείλη κάποιου μέλους του Δικαστηρίου «και τι θα γίνει η υπέργηρη μητέρα της αν αναστείλουμε την ποινή της τώρα και το β΄βάθμιο Δικαστήριο την οδηγήσει ξανά στη φυλακή;» και ακούγεται εντελώς εκτός νομικής πραγματικότητας: Μέχρι το β΄βάθμιο Δικαστήριο να κρίνει οριστικά περί του ύψους της ποινής, καλύτερα ένας ένοχος εκτός φυλακής, παρά ένας αθώος μέσα σ’ αυτήν. Πολύ περισσότερο, αφού το β΄βάθμιο Δικαστήριο δικάζεται όταν πλέον ο κατηγορούμενος έχει εκτίσει την ποινή του, πολύ συχνά δε ακόμη περισσότερη από αυτήν που επιβάλλει το Εφετείο.
Τι νόημα έχει, λοιπόν, το άρθρο 497&7 ΚΠΔ; Ποιος ο λόγος υπάρξεώς του, αφού στην πράξη δεν εφαρμόζεται; Ας καταργηθεί καλύτερα, αφού η αναγραφή του απλά στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δημιουργεί μάταιες ελπίδες στους κατηγορούμενους, οι οποίοι προσβλέπουν με εμπιστοσύνη στα  Δικαστήρια και στους Δικαστές, όμως όταν έρχεται η ώρα της εκδίκασης της αιτήσεώς τους, ακούνε με απογοήτευση την ετυμηγορία: «ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ». Χωρίς αιτιολογία, χωρίς καν μια εξήγηση, γιατί οδηγήθηκαν σε απορριπτικό αποτέλεσμα.
Ας πάρουν επιτέλους μια υπεύθυνη θέση οι αρμόδιοι Υπουργοί, οι οποίοι από την ημέρα που αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους και μέχρι σήμερα, μόνο εξαγγελίες και υποσχέσεις έχουν να επιδείξουν, όχι όμως και έργο επί της ουσίας. Ακούσαμε για τροποποίηση του παρωχημένου Ν. 1608/1950, ακούσαμε για ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης, ακούσαμε για αποσυμφόρηση των φυλακών, ακούσαμε για προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων, ακούσαμε για μείωση του χρόνου προφυλάκισης, ακούσαμε πολλά. Δεν είδαμε όμως τίποτα. Τίποτα απολύτως. Αντίθετα, βλέπουμε άτολμους Δικαστές να παίρνουν στα χέρια τους τη ζωή ανθρώπων και με ένα «απορρίπτεται», χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς αιτιολογία, με απόλυτη αδιαφορία, που φθάνει στα όρια της αναλγησίας, να την καταστρέφουν, διατηρώντας τους εκτός κοινωνίας και εντός φυλακής, σε ένα χώρο, που τελματώνεται η ανθρώπινη ύπαρξη, καταρρακώνεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και όχι μόνον δεν σωφρονίζει, αλλά αντίθετα αφυπνίζει άγρια ένστικτα για να μπορέσει κανείς να επιβιώσει. Πότε επιτέλους θα ληφθούν σοβαρά και δρστικά μέτρα; Πότε θα υλοποιηθούν οι εξαγγελίες; Πότε θα πραγματοποιηθούν οι υποσχέσεις; Ας πάρει μέτρα σύντομα ο κ. Υπουργός. Δεν χωρούν άλλοι πια μέσα στις φυλακές της χώρας. Και σίγουρα, δεν είναι προς τιμήν του η δημιουργία μίας ακόμα φυλακής. Προς τιμήν του θα είναι πράγματι, αν καταφέρει να κλείσει κάποια από τις ήδη υπάρχουσες! (διότι τότε και μόνο τότε κατακτά και το «εύσημο» ότι προάγει Πολιτισμό!).
Το ζήτημα, που ανακύπτει, λοιπόν, είναι το κατά πόσον ορεγόμαστε και ιδιαίτατα εμείς οι Ελληνες σκαπανείς πολιτισμού, την παραγωγή και προαγωγή πολιτιστικών ινδαλμάτων ή αρκούμαστε σε μια βραδυφλεγή λειτουργία της κρατικής μηχανής και, στην προκείμενη περίπτωση, της δικαιοαπονεμητικής της αποστολής από λειτουργούς ψοφοδεείς, στερουμένους ρηξικέλευθων και ριζοσπαστικών πρωτοβουλιών, ευθυνόφοβους και ανελεύθερους, που παρά την και Συνταγματικά καθιερωμένην ανεξαρτησία τους, απολήγουν εις Προμηθείς Δεσμότες από την καθημερινότητα και κυρίως αποφυγή ανάπτυξης δράσης, που θα αποτελέσει «ένα βότσαλο στη λίμνη», για να ταράξει τα τελματωμένα νερά στην απονομή δικαίου σύμφωνα με τα οποία ο αυστηρός δικαστής κατά τεκμήριον είναι ο αδιάφθορος, ο απλησίαστος, ο αντικειμενικός δικαστής σε αντίθεση με τον επιεική που δημιουργεί υπόνοιες μεροληψίας και προσωποληψίας, γιατί όχι και παθητικής δωροδοκίας.
Υπό το πρίσμα, λοιπόν, αυτής της «κουτοπόνηρης» νοοτροπίας, είναι δυνατόν σε μια εποχή διάχυτης ποθητής δημοσιοϋπαλληλοποίησης, σιγουριάς και σταθερότητας να αξιώνεται από τον δικαστικό λειτουργό, περιωρισμένης εμβέλειας και ακτινοβολίας (διότι –ευτυχώς- υπάρχουν ευάριθμοι εξαιρέσεις) να διακινδυνεύσει την οικογενειακή του θαλπωρή και ησυχία με την εμπλοκή του εις πειθαρχικάς ερεύνας, ψυχικήν ταραχήν, εύλογον κατάθλιψιν εκ της υποψίας και μόνον ότι μετείχε ενδεχομένως κυκλώματος παραδικαστικού.
Έτσι, λοιπόν, η πληγή μη εφαρμογής αναστολής εκτελέσεως κατ’ άρθρο 497&7 ΚΠΔ γίνεται «κακοήθες καρκίνωμα» με ραγδαίαν εξέλιξιν μη αναστρέψιμον έως ότου τελικώς επέρχεται και ο αναπόφευκτος θάνατος δικαιοαπονεμητικής κρατικής εξουσίας.
Αν δεν αλλάξει η πιο πάνω νοοτροπία και δεν αναπτερωθούν συνειδήσεις δικαστικές μετά κονιορτοποίηση υποψιών παραδικαστικού σε κάθε επιεική ή ευμενή δικαστική απόφαση, μέσα σε ένα ζοφερό, σκοτεινό, πένθιμο περιβάλλον «που το σκιάζει η φοβέρα και το πλακώνει η σκλαβιά», θα μοιρολογούμε κάθε φορά που εκδίδεται μια απορριπτική απόφαση αναστολής εκτελέσεως. Χαρακτηριστικά «μικρό κανόνι κρέπαρε, μα ξαρματώθη κάστρο» και το κάστρο που ξαρματώνεται, κατακρημνίζεται, καταστρέφεται. Είναι αυτή, η ίδια η Δικαιοσύνη σαν ιδέα, ίνδαλμα και ιδανικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου