Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

ΔΙΑ ΤΟ ΑΝΕΦΑΡΜΟΣΤΟΝ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΑΡΘΡΟΥ 497&7 ΚΠΔ

ΠΡΟΣ
Υπουργόν Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Λεωφ. Μεσογείων 96, τηλ. 210-7767532),             κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου του Ηλία.
****************************************************************************
Παρατηρείται τον τελευταίο καιρό μία εντονώτατη απροθυμία των Δικαστών του Πενταμελούς Εφετείου Αναστολών να εφαρμώσουν το άρθρο 497&7 ΚΠΔ και να δώσουν αναστολή σε ποινές καθείρξεως από 5-10 έτη (δηλ. τα λεγόμενα «ήπια» κακουργήματα) μέχρι εκδικάσεως της εφέσεως των κατηγορουμένων.
Το παράδοξο είναι στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 3811/2009, για αυτά τα «ήπια» κακουργήματα, ρητά αποκλείεται η προφυλάκιση.
Κι ενώ η αιτιολογική έκθεση τα αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη επιείκεια, αποκλείοντας ως προς αυτά την προσωρινή κράτηση μέχρι την επί της ουσίας εκδίκασή τους σε α΄βαθμό, οι κ.κ. Δικαστές των Πενταμελών Εφετείων Αναστολών απορρίπτουν σωρηδόν τις αιτήσεις αναστολής των κατηγορουμένων, χωρίς καμμία απολύτως αιτιολογία, αφήνοντας τους καταδικασμένους σε ποινή από 5-10 χρόνια στη Φυλακή, μέχρι να εκδικασθεί η εις βάρος τους κατηγορία σε β΄ βαθμό.
Όμως, η εκδίκαση των εφέσεων, λόγω της σωρείας των υποθέσεων που συσσωρεύονται στα πινάκια των Πενταμελών Εφετείων, ορίζεται μετά από δύο τουλάχιστον χρόνια από την εκδίκαση του α΄ βαθμού. Δυστυχώς το αποτέλεσμα αυτής της άκρως απογοητευτικής πραγματικότητας, οδηγεί στην πλήρη αποδυνάμωση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, αφού όταν πλέον μετά από μακρά αναμονή μέσα στη φυλακή, φθάνει η πολυπόθητη ώρα να εκδικασθούν τα Εφετεία τους, έχουν πλέον εκτίσει όλη (ή τουλάχιστον την μεγαλύτερη) ποινή τους και τότε πλέον διαπιστώνουν ότι η δευτεροβάθμια κρίση του Δικαστηρίου, η οποία πολλές φορές είναι αθωωτική, σίγουρα δεν είναι πολύ πιο επιεικής από εκείνη του α΄ βαθμού, πραγματοποιείται πάρα πολύ αργά, αφού έχουν παραμείνει άπρακτοι, μακριά από την κοινωνία, τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους, για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, σπάνια μηνών, πολύ συχνά έτους ή ετών.
Έχουμε ακούσει πάρα πολλές φορές τον εκάστοτε Υπουργό Δικαιοσύνης, για αποσυμφόρηση των φυλακών, για προστασία των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων και των κρατουμένων στα Καταστήματα Κράτησης της χώρας. Και όμως, μέχρι σήμερα, κοντά στα μέσα του έτους 2011, τίποτα από όσα έχουν εξαγγελθεί, δεν έχει γίνει πραγματικότητα. Εκατοντάδες, χιλιάδες άνθρωποι, άντρες-γυναίκες και –το χειρότερο- παιδιά στοιβάζονται στις φυλακές της χώρας, κάτω από άθλιες συνθήκες καθημερινής διαβίωσης, χωρίς έστω και τα στοιχειώδη μέτρα υγιεινής, αποκομμένοι από την ζωή, τα σπίτια και τις οικογένειές τους, δικάζονται, καταδικάζονται και μετά; Μετά απλά περιμένουν… Περιμένουν χρόνια για να εκδικασθεί το Εφετείο τους, γιατί μόνο τότε έχουν την ελπίδα ότι θα ανοίξει η πόρτα της φυλακής και θα επιστρέψουν στην ελεύθερη ζωή. Ειναι, κυρίως,  άνθρωποι που έχουν καταδικασθεί για «οικονομικά» αδικήματα, άνθρωποι που πριν μπουν στην φυλακή, είχαν σπίτι, εργασία, κοινωνική κατάρτιση, ήσαν επαγγελματίες, επιστήμονες, μέλη της κοινωνίας γενικότερα.
Είναι όλοι αυτοί που, μετά την καταδίκη τους σε α΄ βαθμό απευθύνονται, όπως έχουν δικαίωμα από τον Νόμο, στο Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, ζητώντας την αναστολή της εκτελέσεως της ποινής τους, επειδή πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 497&7 ΚΠΔ. Σωρεία οι αιτήσεις αυτές, μια απλή ανάγνωση των πινακίων κατά την ημέρα Συνεδριάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αναστολών αποδεικνύει ότι κρίνονται 30-40 αιτήσεις στην κάθε συνεδρίαση. Εύλογα, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα: Δεν υπάρχει ούτε ένας άξιος να τύχει της αναστολής; Είναι όλοι «ιδιαιτέρως επικίνδυνοι», «υπότροποι» ή «ύποπτοι φυγής»; Δεν υπάρχουν άρρωστοι ή κανείς δεν έχει οικογένεια που «βλάπτεται ανεπανόρθωτα από την συνέχιση της εκτίσεως της ποινής του»; Και, όμως, πράγματι υπάρχουν. Υπάρχουν Ελληνες, αλλά και αλλοδαποί, με γνωστή διαμονή, με ιδιόκτητη κατοικία, με οικογένεια, με επάγγελμα, με όσα τέλος πάντων χαρακτηρίζουν ένα συνετό, κοινωνικό άτομο. Δεν δικαιούται κανείς να παραμείνει εκτός φυλακής μέχρι να κριθεί σε β΄ βαθμό η υπόθεσή του και τότε πλέον να εκτίσει την ποινή του;
Η δικαιολογία που ακούστηκε από τα χείλη κάποιου μέλους του Δικαστηρίου «και τι θα γίνει η υπέργηρη μητέρα της αν αναστείλουμε την ποινή της τώρα και το β΄βάθμιο Δικαστήριο την οδηγήσει ξανά στη φυλακή;» και ακούγεται εντελώς εκτός νομικής πραγματικότητας: Μέχρι το β΄βάθμιο Δικαστήριο να κρίνει οριστικά περί του ύψους της ποινής, καλύτερα ένας ένοχος εκτός φυλακής, παρά ένας αθώος μέσα σ’ αυτήν. Πολύ περισσότερο, αφού το β΄βάθμιο Δικαστήριο δικάζεται όταν πλέον ο κατηγορούμενος έχει εκτίσει την ποινή του, πολύ συχνά δε ακόμη περισσότερη από αυτήν που επιβάλλει το Εφετείο.
Τι νόημα έχει, λοιπόν, το άρθρο 497&7 ΚΠΔ; Ποιος ο λόγος υπάρξεώς του, αφού στην πράξη δεν εφαρμόζεται; Ας καταργηθεί καλύτερα, αφού η αναγραφή του απλά στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δημιουργεί μάταιες ελπίδες στους κατηγορούμενους, οι οποίοι προσβλέπουν με εμπιστοσύνη στα  Δικαστήρια και στους Δικαστές, όμως όταν έρχεται η ώρα της εκδίκασης της αιτήσεώς τους, ακούνε με απογοήτευση την ετυμηγορία: «ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ». Χωρίς αιτιολογία, χωρίς καν μια εξήγηση, γιατί οδηγήθηκαν σε απορριπτικό αποτέλεσμα.
Ας πάρουν επιτέλους μια υπεύθυνη θέση οι αρμόδιοι Υπουργοί, οι οποίοι από την ημέρα που αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους και μέχρι σήμερα, μόνο εξαγγελίες και υποσχέσεις έχουν να επιδείξουν, όχι όμως και έργο επί της ουσίας. Ακούσαμε για τροποποίηση του παρωχημένου Ν. 1608/1950, ακούσαμε για ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης, ακούσαμε για αποσυμφόρηση των φυλακών, ακούσαμε για προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων, ακούσαμε για μείωση του χρόνου προφυλάκισης, ακούσαμε πολλά. Δεν είδαμε όμως τίποτα. Τίποτα απολύτως. Αντίθετα, βλέπουμε άτολμους Δικαστές να παίρνουν στα χέρια τους τη ζωή ανθρώπων και με ένα «απορρίπτεται», χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς αιτιολογία, με απόλυτη αδιαφορία, που φθάνει στα όρια της αναλγησίας, να την καταστρέφουν, διατηρώντας τους εκτός κοινωνίας και εντός φυλακής, σε ένα χώρο, που τελματώνεται η ανθρώπινη ύπαρξη, καταρρακώνεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και όχι μόνον δεν σωφρονίζει, αλλά αντίθετα αφυπνίζει άγρια ένστικτα για να μπορέσει κανείς να επιβιώσει. Πότε επιτέλους θα ληφθούν σοβαρά και δρστικά μέτρα; Πότε θα υλοποιηθούν οι εξαγγελίες; Πότε θα πραγματοποιηθούν οι υποσχέσεις; Ας πάρει μέτρα σύντομα ο κ. Υπουργός. Δεν χωρούν άλλοι πια μέσα στις φυλακές της χώρας. Και σίγουρα, δεν είναι προς τιμήν του η δημιουργία μίας ακόμα φυλακής. Προς τιμήν του θα είναι πράγματι, αν καταφέρει να κλείσει κάποια από τις ήδη υπάρχουσες! (διότι τότε και μόνο τότε κατακτά και το «εύσημο» ότι προάγει Πολιτισμό!).
Το ζήτημα, που ανακύπτει, λοιπόν, είναι το κατά πόσον ορεγόμαστε και ιδιαίτατα εμείς οι Ελληνες σκαπανείς πολιτισμού, την παραγωγή και προαγωγή πολιτιστικών ινδαλμάτων ή αρκούμαστε σε μια βραδυφλεγή λειτουργία της κρατικής μηχανής και, στην προκείμενη περίπτωση, της δικαιοαπονεμητικής της αποστολής από λειτουργούς ψοφοδεείς, στερουμένους ρηξικέλευθων και ριζοσπαστικών πρωτοβουλιών, ευθυνόφοβους και ανελεύθερους, που παρά την και Συνταγματικά καθιερωμένην ανεξαρτησία τους, απολήγουν εις Προμηθείς Δεσμότες από την καθημερινότητα και κυρίως αποφυγή ανάπτυξης δράσης, που θα αποτελέσει «ένα βότσαλο στη λίμνη», για να ταράξει τα τελματωμένα νερά στην απονομή δικαίου σύμφωνα με τα οποία ο αυστηρός δικαστής κατά τεκμήριον είναι ο αδιάφθορος, ο απλησίαστος, ο αντικειμενικός δικαστής σε αντίθεση με τον επιεική που δημιουργεί υπόνοιες μεροληψίας και προσωποληψίας, γιατί όχι και παθητικής δωροδοκίας.
Υπό το πρίσμα, λοιπόν, αυτής της «κουτοπόνηρης» νοοτροπίας, είναι δυνατόν σε μια εποχή διάχυτης ποθητής δημοσιοϋπαλληλοποίησης, σιγουριάς και σταθερότητας να αξιώνεται από τον δικαστικό λειτουργό, περιωρισμένης εμβέλειας και ακτινοβολίας (διότι –ευτυχώς- υπάρχουν ευάριθμοι εξαιρέσεις) να διακινδυνεύσει την οικογενειακή του θαλπωρή και ησυχία με την εμπλοκή του εις πειθαρχικάς ερεύνας, ψυχικήν ταραχήν, εύλογον κατάθλιψιν εκ της υποψίας και μόνον ότι μετείχε ενδεχομένως κυκλώματος παραδικαστικού.
Έτσι, λοιπόν, η πληγή μη εφαρμογής αναστολής εκτελέσεως κατ’ άρθρο 497&7 ΚΠΔ γίνεται «κακοήθες καρκίνωμα» με ραγδαίαν εξέλιξιν μη αναστρέψιμον έως ότου τελικώς επέρχεται και ο αναπόφευκτος θάνατος δικαιοαπονεμητικής κρατικής εξουσίας.
Αν δεν αλλάξει η πιο πάνω νοοτροπία και δεν αναπτερωθούν συνειδήσεις δικαστικές μετά κονιορτοποίηση υποψιών παραδικαστικού σε κάθε επιεική ή ευμενή δικαστική απόφαση, μέσα σε ένα ζοφερό, σκοτεινό, πένθιμο περιβάλλον «που το σκιάζει η φοβέρα και το πλακώνει η σκλαβιά», θα μοιρολογούμε κάθε φορά που εκδίδεται μια απορριπτική απόφαση αναστολής εκτελέσεως. Χαρακτηριστικά «μικρό κανόνι κρέπαρε, μα ξαρματώθη κάστρο» και το κάστρο που ξαρματώνεται, κατακρημνίζεται, καταστρέφεται. Είναι αυτή, η ίδια η Δικαιοσύνη σαν ιδέα, ίνδαλμα και ιδανικό.

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Ν. 1608/1950

Με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 2554/04-07-2011 σημείωμά μου έχω υποβάλλει κατωτέρω σκέψεις και κρίσεις μου προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (γραφείο κ. Υπουργού) εν σχέσει προς την μη αναγκαιότητα πλέον προστασίας ιδιωτικών τραπεζικών ιδρυμάτων υπό του δρακοντείου Ν. 1608/50:


ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ
ΠΕΤΡΟΥ Μ. ΛΕΩΤΣΑΚΟΥ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ-ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΥΧΟΥ ΝΟΜΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑΣ 10 – 3ος  όροφος – 176 73  ΚΑΛΛΙΘΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΤΗΛ: (210) 9242963 – ΦΑΞ: (210) 9242964 - ΚΙΝ.6943074979 
(ΑΜΔΣΠ 1223)
Εmail: petleots@gmail.com
BLOG: http://petleots.blogspot.com

ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Πέτρου Λεωτσάκου του Μανούσου, δικηγόρου, κατοίκου Αθηνών (Αθηνάς 10 – Καλλιθέα).
ΠΡΟΣ
Υπουργόν Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Λεωφ. Μεσογείων 96, τηλ. 210-7767532),             κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου του Ηλία.

Ανατρέχοντας στα πρακτικά του κοινοβουλίου μας μένω κυριολεκτικά εκστατικός από μια βαρυσήμαντη ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομίας των βουλευτών Αθ. Πλεύρη (Α΄ Αθηνών), Μαυρουδή (Μάκη) Βορίδη (Ν. Αττικής), Σπυρίδωνος (Αδωνι) Γεωργιάδη (Β΄ Αθηνών) από την υποβολή της οποίας (30.03.2009) έχουν περάσει πάνω από 2 έτη και παρά ταύτα και κυρίως το οξύτατον και φλέγον περιεχόμενον της ερωτήσεως αυτής, στην ουσία δεν κατεδείχθησαν, φρονώ από περίεργο μέχρι και ύποπτο δισταγμό, αποφασιστικά βήματα. Η ερώτηση αυτή έχει ως εξής:
«ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΧΡΑΣΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (Ν. 1608/50) ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΒΑΡΥΤΑΤΕΣ ΠΟΙΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΒΑΤΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ. ΣΤΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΝΟΜΟ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΕΣ ΑΥΤΕΣ ΠΟΙΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ. ΩΣΤΟΣΟ ΤΟ 1950 ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΣΑΝ ΝΠΔΔ ΚΑΙ, ΕΠΟΜΕΝΩΣ, ΕΥΛΟΓΑ, ΩΣ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΦΟΡΕΑ, ΕΧΑΙΡΑΝ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ. ΣΗΜΕΡΑ, ΩΣΤΟΣΟ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΘΩΣ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑ ΒΑΣΙΝ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ»
Ευρισκόμενος, λοιπόν, υπό την επήρειαν αυτού του προβληματισμού, αβίαστα και ενστικτωδώς, διήλθον από τον νου μου άλλες ποινικές διατάξεις (συνομήλικες με αυτήν την σχολιαζομένη Ν. 1608/50) όπως «περί βασιλείας» ή ακόμη και «περί μονομαχιών», ως να ευρισκόμεθα εις τον μεσαίωνα και μέχρι πρότινος, όσον και αν φαίνεται απίστευτον, ίσχυον, και τουλάχιστον αυταί ηυτύχησαν να καταργηθούν! Τι γίνεται όμως με τον Ν. 1608/50 που εξακολουθεί επί 60 και πλέον έτη (παρά την κατά την διάρκεια του υπερημίσεως αιώνος επελθούσαν εις κάθε τομέα της κοινωνικής ζωής αλματώδη μεταβολήν) να αποτελεί εξοντωτικόν και αιμοδιψές φόβητρον για κάθε έναν, που ήθελε χαρακτηρισθεί δήθεν «καταχραστής δημοσίου» και υπογραμμίζω ΔΗΘΕΝ διότι ευνόητα άλλα τα κριτήρια εφαρμογής του νόμου αυτού προ 60 ετών και άλλα σήμερα. Κι όμως ο πιο πάνω νόμος, ενώ στην ουσία του δεν είναι τίποτα άλλο από ένα «μουσειακό απολίθωμα», κάποιες στιγμές, σαν ηφαίστειο που αναπάντεχα και άκαιρα ξυπνά, εξαπολύει σφαγιαστικές ποινές κάθειρξης (ακόμη και ισόβιας) για όλους αυτούς που έχουν την ατυχή συγκυρία να κινδυνεύουν, να θεωρηθούν «καταχρασταί δημοσίου», θεωρούντες ότι από στοιχειώδες κατά δίκαιον συναίσθημα επιβάλλεται να στραφούν κατά τραπεζικών ιδρυμάτων για διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους που στραγγαλίζονται απάνθρωπα και ασυγκίνητα από κάποια τραπεζικά ιδρύματα.
Βασικός σκοπός και στόχος του Ν. 1608/50 είναι η ανάγκη ενότητας, συντονισμού και ελέγχου δημόσιας διοίκησης. Η συνακόλουθος γεννόμενη απορία είναι ότι έστω και υπό το πρίσμα της αιτιολόγησης της ρύθμισης από την εισηγητική έκθεση Ν. 1738/87 (που εντάσσει και τα τραπεζικά ιδρύματα εις την ομβρέλα προστασίας Ν. 1608/50) κατά την οποίαν η ανάγκη τόνωσης του αισθήματος ευθύνης αυτών που διαχειρίζονται το δημόσιον χρήμα και την αποταμίευση του Ελληνικού λαού, έχουν τα τραπεζικά ιδρύματα (τουλάχιστον πλείστα εξ  αυτών) έκδηλον δημόσιον χαρακτήρα ώστε να απολαύουν της προστασίας Ν 1608/50;
Κάποιες δικαστικές αποφάσεις (Πλημ. Τρικάλων 116/95 Αρμεν 1996, 241 – Εφ. Αθν 478/2000 Ποιν. Χρον. 2001 172, 173) ύψωσαν Τερτσέτειον και Πολυζωϊδειον ανάστημα, κρίνασαι αξιέπαινα ότι η «Αγροτική Τράπεζα ΑΕ» δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των προστατευομένων περιουσιών (άρθ. 263) ΠΚ ΟΥΤΕ ΕΜΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ». Σε αντίθεση άλλες δικαστικές αποφάσεις βουλιάζουν κυριολεκτικά αποτελματωμένες, στον βάλτο του Ν. 1608/50, που σήμερα με τις κρατούσες συνθήκες ιδιωτικοποίησηςτραπεζικών ιδρυμάτων αποτελεί ένα φρικιαστικό φάντασμα του παρελθόντος, λόγω των συνεπειών του, αναντίρρητα δε απροσάρμοστον χρονικά και άκρως επικίνδυνον κοινωνικά και επιβλαβέστατον στην καθημερινή συναλλακτική ζωή μας. Έτσι, λοιπόν, σήμερα περισσότερο και επιτακτικώτερα αλλά και εντονώτερα επιβάλλεται η τροποποίηση και (τουλάχιστον ως προς τα εντόνου ιδιωτικής χροιάς τραπεζικά ιδρύματα) άμεσος κατάργησις εφαρμογής του «ανθρωποκτόνου» νόμου 1608/50 για τους ακόλουθους απλούς, πρακτικούς και εύλογους λόγους:
Ι. Υπό τις κρατούσες, ιδιαίτερα τις διερχόμενες μέρες της κοινωνικής και οικονομικής μας ζωής, σ’ ένα καθεστώς φιλελεύθερης αστικής οικονομίας, το δίπολον της εκζητούμενης και ποθουμένης «ανάπτυξις» είναι από την μια μεριά «ο ελεύθερος ανταγωνισμός» και από την άλλη «η ιδιωτική πρωτοβουλία» και τα δύο δε αυτά επιτάσσουν την κατά το δυνατόν συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και ελαχιστοποίηση του κρατικού παρεμβατισμού:
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι με την επέκταση του δημόσιου τομέα και εκεί ακόμη που οι σύγχρονες και κοινωνικές συνθήκες άφησαν εσκεμμένα την ιδιωτική πρωτοβουλία να λειτουργήσει, προκειμένου να εκπληρώνονται οι ηυξημένες ανάγκες του κοινωνικού συνόλου σε πλαίσια πολύπλοκων οικονομικών σχέσεων, με εταιρικές δραστηριότητες, με διαμόρφωση νέων κοινωνικών αναγκών και δημιουργία νέων τρόπων κάλυψης παλαιών, το μόνον που επιτυγχάνεται είναι να εκτοξεύονται θανατηφόρα δηλητηριώδη αέρια προκαλούντα ασφυξίαν συναλλακτικής ζωής σε κάθε μορφή κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας με φυσητήρα τον Ν. 1608/50 και να ενσαρκώσει το όνειρον κάθε νεοέλληνα να «θεωρείται δημόσιος υπάλληλος».
Δεν αποτελεί αστεϊσμόν ότι κλοπή ενός ευρώ από μιαν τράπεζαν δυνατόν να επάγεται ποινή κάθειρξης, ενώ το αυτό αδίκημα για ποσόν 1.000 ευρώ επιφέρει ολιγόμηνον ποινήν φυλάκισης.
ΙΙ. Τυγχάνει αδιαφιλονείκητον ότι οι συντάκτες του Ν. 1608/50, προσέβλεψαν εις αυτόν ως νομοθέτημα αναγκαίον μεν, αλλά ΜΕΤΡΟΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΝ ΕΚΤΑΚΤΟΥ ΑΝΑΓΚΗΣ προς προστασίαν της περιουσίας του (τότε μεταπολεμικού) δοκιμαζόμενου Ελληνικού κράτους, η διατήρησις του όμως και μάλιστα με διευρυμένη εν σχέσει με την αρχική του μορφή (δια τούτο υπέστη και πλείστας όσας τροποποιήσεις (Ν. 1738/87, 1877/90, 2172/93) αποτελεί κατ’ επιεικεστέραν κρίσιν ‘ΠΑΡΑΦΩΝΙΑΝ ΕΙΣ ΤΟ ΔΙΚΑΪΚΟΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΝΟΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΜΙΑ ΕΙΡΗΝΙΚΗΣ ΕΝΝΟΜΟΥ ΤΑΞΕΩΣ.  Εφόσον δι’ αυτού και ειδικώτερα με την ένταξιν τραπεζικών ιδρυμάτων, εντόνως ιδιωτικού χαρακτήρος, επεκτείνεται η ποινική προστασία ασφυκτικά σε καθαρές επιχειρηματικές δραστηριότητες ιδιωτικού τομέα, που μόνον κάποια μακρινή συνάφεια φαίνεται να έχουν με δημοσίου χαρακτήρα δραστηριότητες.
ΙΙΙ. Η ιστορική σφυρηλάτησις του Ν. 1608/50 επαπειλουμένης ποινής ισόβιας κάθειρξης, χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο μη ποινικό θεσμικό πλαίσιο, όχι μόνον μέχρι τούδε δεν προστάτευσε τη δημόσια περιουσία, αλλ΄απλά χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο στα πλαίσια  οξύτατων πολιτικών αντιδικιών (και απλό ξεφύλλισμα πρακτικών κοινοβουλίου μας διατρανώνει του λόγου ταληθές).
IV. Ο Ν. 1608/50 ανατρέπει κυριολεκτικά την ισορροπία του όλου (ουσιαστικού και δικονομικού0 ποινικού συστήματος, διότι (α) στραγγαλίζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη (άρθρ. 25) του 6 ΕΣΔΑ θεμελιωδεστάτη αρχή «αναγκαίας αναλογίας μεταξύ ποινής και αντικειμενικής βαρύτητας της πράξεως», απειλώντας για σαφώς περιουσιακού χαρακτήρα εγκληματικές πράξεις ποινή ισοβίας κάθειρξης, δηλαδή χωρίς άλλο, τοποθετεί κατά ανάρμοστο τρόπο προς την και κατά το Σύνταγμα, αλλά και κατά τον Ποινικό μας Κώδικα «αξιολογική κλίμακα εννόμων αγαθών», το έννομο αγαθό της περιουσίας (αναμφισβήτητα υποδεέστερο) στο αυτό επίπεδο μετά σαφώς υπέρτερα αγαθά πολιτεύματος και ανθρώπινης ζωής, περαιτέρω δε (β) δικονομικά τίθεται σ’ ένα πλαίσιο εξαιρετικό αφού οι σχετικές υποθέσεις, με ειδική πρόβλεψη άρθρου 308 εδ. 1 ΚΠΔ, εισάγονται απ’ ευθείας στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα για παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, που είναι διπλά ζημιωμένος εξ υπαρχής και διότι χάνει τον πρώτο βαθμό ενδιάμεσης διαδικασίας, που είναι το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, και το δικαίωμα αναίρεσης κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος.
          Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής και του καθ’ ημέραν ενδιαφέροντος ότι «Ο ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΑΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΝΑ ΑΠΕΙΛΕΙ ΠΟΙΝΕΣ ΚΑΤΑ ΒΟΥΛΗΣΙΝ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ (ως με τον Ν. 1608/50) ΝΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΕΙ ΕΠΙΤΕΥΞΙΝ ΑΜΦΙΒΟΛΩΝ ΣΤΟΧΩΝ Ή (ΕΣΤΩ) ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΙΔΕΙΞΕΙ ΠΥΓΜΗ.
          Η απειλή ισόβιας κάθειρξης κατά του δράστη μικροκλοπών κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου, ενώ ο δράστης κοινής υπεξαίρεσης μερικών δισεκατομμυρίων απειλείται με κάθειρξη μέχρι 10 ή 20 έτη, αποτελεί διαυγέστατο και ευκρινέστατο παράδειγμα «νομοθετικής αυθαιρεσίας».
V. Αποβλέπεται σε βάρος της ενδελεχούς σταθμίσεως ανακριτικών δεδομένων, η επιπόλαια επιτάχυνσις διαδικασίας δικαστικής εκκαθαρίσεως κάποιων πλευρών υπηρεσιακής εγκληματικότητας, που έχει βαπτισθεί (οπωσδήποτε με μίαν χροιάν υπερβολικήν ηθικολογικά ως «διαφθορά»), που δεν είναι τόσο ασυνήθης, αλλά καθημερινώς τόσον οικεία, ώστε να υιοθετείται και να ρυθμίζεται σ’άπαντα σχεδόν τα ευρωπαϊκά και εν γένει διεθνή κείμενα ποινικού δικαίου.
VI. Με αυτό το παλαιοντολογικό –σκιάχτρο- νομοθέτημα οι μεν υπάλληλοι (έτι και ευρύτερου δημόσιου τομέα) μεταβάλλονται εις ψοφοδεείς μαριονέτες, στερούμενοι ως εικός, και στοιχειωδώς πρωτοβουλιών και αναπτύξεως δραστηριοτήτων, περιοριζόμενοι εις το κέλυφος «βρέξει, χιονίσει το τσουκάλι να γεμίσει», οι δε συναλλασόμενοι κυρίως μετά τραπεζικών ιδρυμάτων «να τους πλακώνει η σκλαβιά και να τους σκιάζει η φοβέρα» και να μην αποτολμούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους από την κατά καιρούς ληστρικήν και εκβιαστικήν συμπεριφοράν ενίων τραπεζικών ιδρυμάτων, υπό τον φόβον εμπλοκής των εις τα αιχμηρά γρανάζια του Ν. 1608/50 και δεν είναι ότι κατά την λαϊκήν ρήσιν «θα πάνε για μαλλί και θα βγουν κουρεμένοι», αλλά το χειρότερο «θα σβήσουν με συνοπτικές διαδικασίες από «προσώπου γης» και θα περάσουν όλη την υπόλοιπη ζωή τους στα «σίδερα της φυλακής» μακριά από κοινωνία, οικογένεια, όνειρα και δραστηριότητα.
Υπό την τηλαυγή επένδυσιν των ηγηθεισών σκέψεων και κρίσεων, υπό την έκδηλον πίεσιν της συγχρόνου πραγματικότητος ληπτέα αμεσώτατα τα εξής μέτρα τυγχάνουν:
        Ο περιορισμός του πεδίου εφαρμογής του ν. 1608/1950 στον πραγματικά «Δημόσιο» Τομέα (Δημόσιο και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου)
        Η εφαρμογή του ν. 1608/1950 μόνον σε περιπτώσεις που θα πρόκειται πράγματι για in cocreto προσβολή της «δημόσιας περιουσίας», ώστε αποκλειομένης της προελεύσεως των επίδικων χρημάτων από το Δημόσιο ή συγκεκριμένο ΝΠΔΔ, να μην στοιχειοθετούνται τα πραγματικά δεδομένα ενεργοποίησεως του άρθρου 263 Α ΠΚ, οπότε και να αποκλείεται η αναγωγή τυχόν τελεσθέντων περιουσιακών εγκλημάτων στη διακεκριμένη διάσταση του ν. 1608/1950, καταργουμένης της προστασίας αυτής του Ν. 1608/50 ως προς τα τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία σήμερον τυγχάνουν βασικώς ιδιωτικού χαρακτήρος.
        Η αναπροσαρμογή του ελάχιστου οφέλους η ζημίας σύμφωνα με τα τρέχοντα και προβλεπόμενα στο εγγύς μέλλον οικονομικά δεδομένα
   Η απάλειψη των ιδιαζόντων επιβαρυντικών περιστάσεων και της απειλούμενης για αυτές ποινή της ισόβιας κάθειρξης
        Η πρόβλεψη αυτοτελούς πλαισίου ποινής για την υπόθαλψη εγκληματία, την παρασιώπηση κακουργήματος και την αποδοχή προϊόντων εγκλήματος (π.χ κάθειρξη μέχρι δέκα ετών)
        Η επαναφορά του ενδίκου μέσου της αναιρέσεως κατά των παραπεμπτικών βουλευμάτων.
   Στην περίπτωση που τα τελούμενα από υπάλληλο εγκλήματα του ν. 3074/2002 εγκλήματα εμπίπτουν και στα κυρωτικά όρια του ν. 1608/1950 να παραπέμπονται στο ακροατήριο με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών και όχι με απευθείας κλήση στο ακροατήριο.
Μία τροποποίηση του ν.1608/1950 με το παραπάνω περιεχόμενο θα τερμάτιζε εν πολλοίς τις ερμηνευτικές αμφισβητήσεις και τις ταλαντεύσεις της νομολογίας και θα μετρίαζε την -αφόρητη σήμερα-διαταραχή που προκαλεί ο αναζητούμενος νόμος στο σύστημα του Ποινικού Κώδικα και του κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ακόμη όμως και ένας «βελτιωμένος» ν. 1608/1950 -πέραν του ότι θα ήταν ανά πάσα στιγμή ευάλωτος σε ευκαιριακές «επί το αυστηρότερον» τροποποιήσεις, στις οποίες αρέσκονται ιδιαιτέρως οι παρ' ημίν νομοθετούντες- δεν έχει θέση στο πλαίσιο μιας ειρηνικής έννομης τάξεως, όπως θέλει να είναι η δική μας. Η ενίσχυση της προστασίας της δημόσιας περιουσίας -όπου αυτή κριθεί αναγκαία- μπορεί άριστα να επιδιωχθεί με την συμπλήρωση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, χωρίς να είναι αναγκαία η καταφυγή σε έκτακτα παρα-νομοθετήματα του είδους του ν. 1608/1950 με όλες τις εντεύθεν δικαιο-πολιτικές παρενέργειες.
Πριν από χρόνια οι συντάκτες του ν. 1608/1950 θεώρησαν ότι το δρακόντειο αυτό νομοθέτημα ήταν αναγκαίο ως προσωρινό μέτρο έκτακτης ανάγκης για την προστασία της περιουσίας του δοκιμαζόμενου ελληνικού κράτους. Το 1987 οι συντάκτες του ν. 1738/1987 προχώρησαν σε μία άνευ προηγουμένου διόγκωση του ποινικού «δημόσιου» τομέα και στη χαώδη επέκταση του ν.1608/1950, επικαλούμενοι -και αυτοί- την
ανάγκη προστασίας της «δημόσιας» περιουσίας. Η εμπειρία της εφαρμογής του νόμου απέδειξε ότι ο διακηρυγμένος στόχος του παρέμεινε ανεκπλήρωτος. Από την άλλη πλευρά, η χρησιμοποίησή του από τους μονομάχους της πολιτικής αρένας ενέπλεξε το ποινικό δίκαιο και τους εφαρμοστές του σε μία περιπέτεια που τους έχει στοιχίσει ένακομμάτι από το κύρος τους. Ο ν. 1608/1950 δεν είναι αποτελεσματικό όπλο για την προστασία της δημόσιας περιουσίας, αλλά επικίνδυνο απολίθωμα. Η πλήρης κατάργησή του αποτελεί επείγουσα ανάγκη.


          Για όλους λοιπόν τους παραπάνω λόγους, στην αρχή του παρόντος σημειώματός μου εποιησάμην μνείαν περί «περιέργου μέχρι και υπόπτου δισταγμού, για μετουσίωση και ενσάρκωση των ηγηθεισών ταπεινώς αλλά και ευπροσώπως υποδείξεών μου». «οι καιροί ου μενετοί» στην εποχή μας, που τα πάντα κινούνται με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, που ο άνθρωπος κατέκτησε προ πολλού το διάστημα, και ο στίχος από την απαράμιλλον τραγωδίαν του Σοφοκλή «Αντιγόνη» «ουδέν ανθρώπου «δεινότερον πέλει», το επάναγκες εκσυγχρονισμού του δικαϊκού μας συστήματος και εναρμονίσεως της καθημερινώς το Δίκαιον διαπλαθούσης νομολογίας μας προς τα σύγχρονα δεδομένα, είναι αδιανόητον να τυγχάνουν εφαρμογής νομοθετήματα ισχύος πο ημίσεως και πλέον αιώνος ως ο Ν. 1608/50 με απειλήν εξοντωτικών ποινών δια την απάβλυνσιν των οποίων, οι δικαστές ως εφαρμοστές Δικαίου να είναι συνειδησιακά υποχρεωμένοι να εφευρίσκουν διάφορα νομικά τεχνάσματα και μεθοδεύσεις (ως π.χ. ότι το ίδιον ποσόν …….. τυγχάνει ελάσσον κλπ.), κάτι δηλαδή δια το οποίον δεν θα ήτο απαραίτητον, εφόσον ο νομοθέτης με αντίληψιν ευρυτάτην και ανάστημα ηθικής υψηλοτάτης, ανταποκρινόμενος εις τας επιταγάς και τα κελεύσματα της συγχρόνου πραγματικότητος τελεσιουργούσε τα προειρημένα.
Ελέχθησαν περί της Ελλάδος ότι υπήρξε κράτος στρατοκρατούμενον, άλλες στιγμές κράτος αστυνομικοκρατούμενον. Απαντήσεις εδόθησαν και δίδονται καθημερινά από την Δημοκρατική διακυβέρνησιν. Λέχθηκε ακόμη ότι η Ελλάς είναι κράτος ΤΡΑΠΕΖΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΝ, ότι η Ελλάς στηρίζεται στην ύπαρξη τραπεζών και μόνον. Για το σημερινό οικονομικό ηθικό ξεπεσμό πταίουν τα τραπεζικά ιδρύματα. Αυτό, τουλάχιστον, τα αναρτημένα έναντι του Εθνικού κοινοβουλίου επί μήνα και πλέον, αεροπανώ το διακηρύττουν και ορθά γιατί στην ουσία ΝΟΜΙΜΟ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΗΘΙΚΟ. Εδώ δόθηκε και μια απάντηση σχετική. Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα δοθή όμως ως προς την υπόστασιν ακόμη του απαρχαιωμένου Ν. 1608/50 πρόλον ότι ο απαρχαιωμένος αυτός νόμος όλο και περισσότερο επιβεβαιώνει τα ανωτέρω και μόνον η κατά τα άνω τροποποίηση θα επέφερε ανάσα ζωής και ανάπτυξης στα πλαίσια μιας σωστής δημοκρατικής διακυβέρνησης, έχοντες πάντοτε ως προμετωπίδα σκέψεων και κινούν ελατήριον δραστηριότητας ότι «όπου δεν υπάρχει δικαιοσύνη, δεν υπάρχει και δημοκρατία και επομένως όπου υπάρχει δημοκρατία, υπάρχει και δικαιοσύνη. Και αυτή ακριβώς η θεία, απόλυτος και άφθαρτη του Δικαίου φωνή επιζητεί, επιτάσσει και επιβάλλει την άμεση προσαρμογήν του Δικαίου εις τας κρατούσας συγχρόνους καταστάσεις και ειδικώτερον την τροποποίησιν υου Ν. 1608/50 κατά τα προϋποστηριχθέντα.

Αθήναι τη 4η Ιουλίου 2011

Μεθ’ υπολήψεως διατελών και ευελπιστών δια τα καθ’ Υμάς

ΠΕΤΡΟΣ ΜΑΝ. ΛΕΩΤΣΑΚΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΥΧΟΣ ΝΟΜΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑΣ 10 – ΚΑΛΛΙΘΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ - 176 73
Α.Φ.Μ.: 015340027 – Δ.Ο.Υ.: Α΄ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΗΛ: (210) 9242963 – ΦΑΞ: (210) 9242964
ΚΙΝ.6943074979
(ΑΜΔΣΠ 1223)
Εmail: petleots@gmail.com
BLOG: http://petleots.blogspot.com

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΛΗΣΤΕΙΑ ΜΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ!!!

"Στην φράση Ληστείες Τραπεζών πέρα από το γεγονός, περιλαμβάνεται κι ένα διπλό συντακτικό γεγονός.
Η λέξη ΄τραπεζών΄μπορεί να εκληφθεί ως γενική αντικειμενική (οι τράπεζες ληστεύονται), αλλά και ως γενική υποκειμενική (οι τράπεζες ληστεύουν). Ελάχιστοι άνθρωποι αμφιβάλλουν σήμερα ότι και τα δύο αποτελούν πραγματικότητες της καθημερινότητας μας. Και οι μεν τράπεζες εξουδετερώνουν τις ζημιές τους από ληστείες, ασφαλίζοντας τα χρήματα τους. Αλλά το αντίστροφο φαινόμενο, τη ληστεία στην οποία δράστης είναι η τράπεζα, δεν υπάρχει θεσμοθετημένη προστασία.
Και κυρίως, δεν υπάρχει ηθική απαξίωση.
Ολοι μνημονεύουν τα λόγια του Μάκι, από την Όπερα της Πεντάρας΄του Μπρέχτ
(λίγο πριν πάει στην κρεμάλα):
τι είναι η ληστεία μιας τράπεζας, μπροστά στην ίδρυση μιας τράπεζας,
με πνίγει το δίκιο μου και δεν μπορώ να κάνω τίποτα.
Είμαι μικρός και μ΄έφαγε το ανάστημά μου ...
Ελάχιστοι έχουν τολμήσει να αμφισβητήσουν αυτή την αξιωματική αλήθεια, αλλά κανείς δεν εισηγήθηκε να ενσωματωθεί στον ηθικό κώδικα του νομικού μας πολιτισμού.
Τελικά το τραπεζικό σύστημα είναι όπως το κράτος. Είναι τραβεστί!
Τους μικρούς τους πηδάει και γουστάρει για αυτό,
ενώ οι μεγάλοι το πηδάνε και επίσης γουστάρει για αυτό.
Το τραπεζικό σύστημα παραχωρεί ΠΑΝΤΑ το Καλοκαίρι Δωρεάν Ομπρέλλες
όμως με την πρώτη βροχή του Φθινοπώρου όλες ανεξαιρέτως οι ομπρέλλες επιστρέφονται υποχρεωτικά.
Παρ΄όλα αυτά, υπάρχει μια μικρή πρόοδος στο πεδίο αυτό. Η υπεράνω ταξικής υποψίας Δικαιοσύνη δυσκολεύεται να αντιληφθεί τον ηθικό κώδικα των τραπεζών, που εννοούν να δανείζονται από εμάς με 3%, αλλά θεωρούν απολύτως δίκαιο να μας δανείζουν με 10%-18%. Η ηθική και ποινική νομιμοποίηση αυτής της ληστείας κάμπτεται πια ακόμα και στα δικαστήρια.
Αλλά, ακόμα κι αν υπάρχει κοινωνική απαξίωση στην συμπεριφορά των τραπεζών, δεν υπάρχει η ηθική απαξίωση που κυριαρχεί στην πλευρά των ληστών.
Ο ληστής είναι ένας εξ ορισμού εχθρός της κοινωνίας, κάτι που είναι αδιανόητο για την τράπεζα.
Ποιο είναι το κριτήριο;
Υποτίθεται ότι η ληστεία είναι ένα έγκλημα κατά της ιδιοκτησίας, κατά της περιουσίας, αγαθών απαραβίαστων στον οικονομικό μας πολιτισμό. Δεν διαφωνώ, αλλά αφού το παραβιαζόμενο αγαθό είναι ένα μέγεθος απολύτως μετρήσιμο και αποτιμώμενο σε χρήμα, γιατί να μη βάλουμε και τα δύο ΄εγκλήματα΄ στη ζυγαριά να δούμε το βαρύτερο;
Ποια είναι η μεγαλύτερη ζημιά;
Να απαλλοτριώσεις 20.000 ευρώ ή να απαλλοτριώνεις καθημερινά 1.000.000 ευρώ από εκατομμύρια ανθρώπους εν αγνοία τους και χωρίς να τους δίνεις ευκαιρία αντίστασης;
Θα πείτε: Υπερασπίζεσαι το έγκλημα; Όχι βέβαια. Αν ήταν έτσι, θα είχα ήδη πάρει "τά άρματα".
Όμως πρέπει κάποια ευκαιρία υπεράσπισης πρέπει να δώσουμε και στην ΄κοινή ληστεία΄, αφού ανεχόμαστε την γενικευμένη και ΄νομιμοποιημένη ληστεία΄. Δεν είναι μόνο ότι πολύ μεγαλοφυείς άνθρωποι ανά τους αιώνες, από τον Αριστοτέλης, Μωάμεθ, Σαίξπηρ κτλ., που δεν δίστασαν να εκφράσουν την απέχθειά τους για το τοκογλυφικό κεφάλαιο και τον παρασιτισμό του.
Είναι και το γεγονός ότι ο οικονομικός μας πολιτισμός, παράγει αδιάκοπα ακραίο πλούτο κι ακραία φτώχια, γεννά εξίσου αδιάκοπα επαρκή ιδεολογικά κίνητρα για παρορμητική ΄απονομή της δικαιοσύνης΄.
Πόσο προσχηματική είναι η ιδεολογική επιχειρηματολογία της ΄έντοκης απαλλοτρίωσης, ότι τα ευαγή πιστωτικά ιδρύματα ενεργούν στο όνομα της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων, αγαθών και πράγματι είμαστε ελεύθεροι να μην δανειστούμε, να μην πάρουμε πιστωτικές κάρτες.
Το επικαλούνται μόνο σαν επιχείρημα, ρισκάρουν γιατί γνωρίζουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να πραγματοποιηθεί.
Εαν κάναμε απόλυτη χρήση αυτής της ελευθερίας, θα κατέρρεε όχι μόνο το πιστωτικό σύστημα, αλλά ολόκληρη η οικονομική δομή.
Μήπως ο μόνος τρόπος για να υποτάξεις την τυραννία του χρήματος είναι να πλουτίσεις ο ίδιος;
O Φερνάντο Πεσόα, 90 χρόνια πριν, συνέθεσε τις δύο όψεις του νομίσματος, την ελευθερία που διεκδικεί ο αναρχικός ληστής και την ελευθερία που επικαλείται ο τραπεζίτης σε ένα και μόνο πρόσωπο τον "Αναρχικό τραπεζίτη", που υποστήριζε πως ο μόνος τρόπος για να υποτάξει την τυραννία του χρήματος είναι να πλουτίσει ο ίδιος.
Εκείνοι είναι μυστικιστές αναρχικοί, ενώ εγώ είμαι επιστήμονας αναρχικός, αυτοί είναι αναρχικοί που σκύβουν, ενώ εγώ είμαι ένας αναρχικός που αγωνίζεται κι ελευθερώνεται, λέει ο ήρωας του Πεσόα.
Επίσης θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε τον μαρκήσιο ντε Σαντ, που πρότεινε στους Γάλλους επαναστάτες να αποποινικοποιήσουν την κλοπή ως αποτελεσματικό μέσο αναδιανομής του πλούτου.
Ας μην το βαρύνουμε κι άλλο ιδεολογικά το θέμα μας.
Ηθελα απλώς να πω ότι, αφού οι ΄αναρχικοί τραπεζίτες΄είναι εντελώς υποστατοί, ηθικά δικαιωμένοι, πρακτικά νομιμοποιημένοι στα άτυπα έγκλήματά΄ τους που ονομάζονται τραπεζικά προιόντα, θα ήταν άδικο να στερήσουμε από τον άναρχικό ληστή΄ το δικαίωμα να υπερασπιστεί, έστω ηθικά και ιδεολογικά, το δικό του έγκλημα. Δεν θα ήταν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία παραδοξότητα του οικονομικού μας πολιτισμού".
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ BLOG FREELACON