Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Ν. 1608/1950

Με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 2554/04-07-2011 σημείωμά μου έχω υποβάλλει κατωτέρω σκέψεις και κρίσεις μου προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (γραφείο κ. Υπουργού) εν σχέσει προς την μη αναγκαιότητα πλέον προστασίας ιδιωτικών τραπεζικών ιδρυμάτων υπό του δρακοντείου Ν. 1608/50:


ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ
ΠΕΤΡΟΥ Μ. ΛΕΩΤΣΑΚΟΥ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ-ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΥΧΟΥ ΝΟΜΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑΣ 10 – 3ος  όροφος – 176 73  ΚΑΛΛΙΘΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΤΗΛ: (210) 9242963 – ΦΑΞ: (210) 9242964 - ΚΙΝ.6943074979 
(ΑΜΔΣΠ 1223)
Εmail: petleots@gmail.com
BLOG: http://petleots.blogspot.com

ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Πέτρου Λεωτσάκου του Μανούσου, δικηγόρου, κατοίκου Αθηνών (Αθηνάς 10 – Καλλιθέα).
ΠΡΟΣ
Υπουργόν Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Λεωφ. Μεσογείων 96, τηλ. 210-7767532),             κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου του Ηλία.

Ανατρέχοντας στα πρακτικά του κοινοβουλίου μας μένω κυριολεκτικά εκστατικός από μια βαρυσήμαντη ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομίας των βουλευτών Αθ. Πλεύρη (Α΄ Αθηνών), Μαυρουδή (Μάκη) Βορίδη (Ν. Αττικής), Σπυρίδωνος (Αδωνι) Γεωργιάδη (Β΄ Αθηνών) από την υποβολή της οποίας (30.03.2009) έχουν περάσει πάνω από 2 έτη και παρά ταύτα και κυρίως το οξύτατον και φλέγον περιεχόμενον της ερωτήσεως αυτής, στην ουσία δεν κατεδείχθησαν, φρονώ από περίεργο μέχρι και ύποπτο δισταγμό, αποφασιστικά βήματα. Η ερώτηση αυτή έχει ως εξής:
«ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΧΡΑΣΤΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (Ν. 1608/50) ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΒΑΡΥΤΑΤΕΣ ΠΟΙΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΒΑΤΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ. ΣΤΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΝΟΜΟ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΕΣ ΑΥΤΕΣ ΠΟΙΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ. ΩΣΤΟΣΟ ΤΟ 1950 ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΣΑΝ ΝΠΔΔ ΚΑΙ, ΕΠΟΜΕΝΩΣ, ΕΥΛΟΓΑ, ΩΣ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΦΟΡΕΑ, ΕΧΑΙΡΑΝ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ. ΣΗΜΕΡΑ, ΩΣΤΟΣΟ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΘΩΣ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑ ΒΑΣΙΝ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ»
Ευρισκόμενος, λοιπόν, υπό την επήρειαν αυτού του προβληματισμού, αβίαστα και ενστικτωδώς, διήλθον από τον νου μου άλλες ποινικές διατάξεις (συνομήλικες με αυτήν την σχολιαζομένη Ν. 1608/50) όπως «περί βασιλείας» ή ακόμη και «περί μονομαχιών», ως να ευρισκόμεθα εις τον μεσαίωνα και μέχρι πρότινος, όσον και αν φαίνεται απίστευτον, ίσχυον, και τουλάχιστον αυταί ηυτύχησαν να καταργηθούν! Τι γίνεται όμως με τον Ν. 1608/50 που εξακολουθεί επί 60 και πλέον έτη (παρά την κατά την διάρκεια του υπερημίσεως αιώνος επελθούσαν εις κάθε τομέα της κοινωνικής ζωής αλματώδη μεταβολήν) να αποτελεί εξοντωτικόν και αιμοδιψές φόβητρον για κάθε έναν, που ήθελε χαρακτηρισθεί δήθεν «καταχραστής δημοσίου» και υπογραμμίζω ΔΗΘΕΝ διότι ευνόητα άλλα τα κριτήρια εφαρμογής του νόμου αυτού προ 60 ετών και άλλα σήμερα. Κι όμως ο πιο πάνω νόμος, ενώ στην ουσία του δεν είναι τίποτα άλλο από ένα «μουσειακό απολίθωμα», κάποιες στιγμές, σαν ηφαίστειο που αναπάντεχα και άκαιρα ξυπνά, εξαπολύει σφαγιαστικές ποινές κάθειρξης (ακόμη και ισόβιας) για όλους αυτούς που έχουν την ατυχή συγκυρία να κινδυνεύουν, να θεωρηθούν «καταχρασταί δημοσίου», θεωρούντες ότι από στοιχειώδες κατά δίκαιον συναίσθημα επιβάλλεται να στραφούν κατά τραπεζικών ιδρυμάτων για διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους που στραγγαλίζονται απάνθρωπα και ασυγκίνητα από κάποια τραπεζικά ιδρύματα.
Βασικός σκοπός και στόχος του Ν. 1608/50 είναι η ανάγκη ενότητας, συντονισμού και ελέγχου δημόσιας διοίκησης. Η συνακόλουθος γεννόμενη απορία είναι ότι έστω και υπό το πρίσμα της αιτιολόγησης της ρύθμισης από την εισηγητική έκθεση Ν. 1738/87 (που εντάσσει και τα τραπεζικά ιδρύματα εις την ομβρέλα προστασίας Ν. 1608/50) κατά την οποίαν η ανάγκη τόνωσης του αισθήματος ευθύνης αυτών που διαχειρίζονται το δημόσιον χρήμα και την αποταμίευση του Ελληνικού λαού, έχουν τα τραπεζικά ιδρύματα (τουλάχιστον πλείστα εξ  αυτών) έκδηλον δημόσιον χαρακτήρα ώστε να απολαύουν της προστασίας Ν 1608/50;
Κάποιες δικαστικές αποφάσεις (Πλημ. Τρικάλων 116/95 Αρμεν 1996, 241 – Εφ. Αθν 478/2000 Ποιν. Χρον. 2001 172, 173) ύψωσαν Τερτσέτειον και Πολυζωϊδειον ανάστημα, κρίνασαι αξιέπαινα ότι η «Αγροτική Τράπεζα ΑΕ» δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των προστατευομένων περιουσιών (άρθ. 263) ΠΚ ΟΥΤΕ ΕΜΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ». Σε αντίθεση άλλες δικαστικές αποφάσεις βουλιάζουν κυριολεκτικά αποτελματωμένες, στον βάλτο του Ν. 1608/50, που σήμερα με τις κρατούσες συνθήκες ιδιωτικοποίησηςτραπεζικών ιδρυμάτων αποτελεί ένα φρικιαστικό φάντασμα του παρελθόντος, λόγω των συνεπειών του, αναντίρρητα δε απροσάρμοστον χρονικά και άκρως επικίνδυνον κοινωνικά και επιβλαβέστατον στην καθημερινή συναλλακτική ζωή μας. Έτσι, λοιπόν, σήμερα περισσότερο και επιτακτικώτερα αλλά και εντονώτερα επιβάλλεται η τροποποίηση και (τουλάχιστον ως προς τα εντόνου ιδιωτικής χροιάς τραπεζικά ιδρύματα) άμεσος κατάργησις εφαρμογής του «ανθρωποκτόνου» νόμου 1608/50 για τους ακόλουθους απλούς, πρακτικούς και εύλογους λόγους:
Ι. Υπό τις κρατούσες, ιδιαίτερα τις διερχόμενες μέρες της κοινωνικής και οικονομικής μας ζωής, σ’ ένα καθεστώς φιλελεύθερης αστικής οικονομίας, το δίπολον της εκζητούμενης και ποθουμένης «ανάπτυξις» είναι από την μια μεριά «ο ελεύθερος ανταγωνισμός» και από την άλλη «η ιδιωτική πρωτοβουλία» και τα δύο δε αυτά επιτάσσουν την κατά το δυνατόν συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και ελαχιστοποίηση του κρατικού παρεμβατισμού:
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι με την επέκταση του δημόσιου τομέα και εκεί ακόμη που οι σύγχρονες και κοινωνικές συνθήκες άφησαν εσκεμμένα την ιδιωτική πρωτοβουλία να λειτουργήσει, προκειμένου να εκπληρώνονται οι ηυξημένες ανάγκες του κοινωνικού συνόλου σε πλαίσια πολύπλοκων οικονομικών σχέσεων, με εταιρικές δραστηριότητες, με διαμόρφωση νέων κοινωνικών αναγκών και δημιουργία νέων τρόπων κάλυψης παλαιών, το μόνον που επιτυγχάνεται είναι να εκτοξεύονται θανατηφόρα δηλητηριώδη αέρια προκαλούντα ασφυξίαν συναλλακτικής ζωής σε κάθε μορφή κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας με φυσητήρα τον Ν. 1608/50 και να ενσαρκώσει το όνειρον κάθε νεοέλληνα να «θεωρείται δημόσιος υπάλληλος».
Δεν αποτελεί αστεϊσμόν ότι κλοπή ενός ευρώ από μιαν τράπεζαν δυνατόν να επάγεται ποινή κάθειρξης, ενώ το αυτό αδίκημα για ποσόν 1.000 ευρώ επιφέρει ολιγόμηνον ποινήν φυλάκισης.
ΙΙ. Τυγχάνει αδιαφιλονείκητον ότι οι συντάκτες του Ν. 1608/50, προσέβλεψαν εις αυτόν ως νομοθέτημα αναγκαίον μεν, αλλά ΜΕΤΡΟΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΝ ΕΚΤΑΚΤΟΥ ΑΝΑΓΚΗΣ προς προστασίαν της περιουσίας του (τότε μεταπολεμικού) δοκιμαζόμενου Ελληνικού κράτους, η διατήρησις του όμως και μάλιστα με διευρυμένη εν σχέσει με την αρχική του μορφή (δια τούτο υπέστη και πλείστας όσας τροποποιήσεις (Ν. 1738/87, 1877/90, 2172/93) αποτελεί κατ’ επιεικεστέραν κρίσιν ‘ΠΑΡΑΦΩΝΙΑΝ ΕΙΣ ΤΟ ΔΙΚΑΪΚΟΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΝΟΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΜΙΑ ΕΙΡΗΝΙΚΗΣ ΕΝΝΟΜΟΥ ΤΑΞΕΩΣ.  Εφόσον δι’ αυτού και ειδικώτερα με την ένταξιν τραπεζικών ιδρυμάτων, εντόνως ιδιωτικού χαρακτήρος, επεκτείνεται η ποινική προστασία ασφυκτικά σε καθαρές επιχειρηματικές δραστηριότητες ιδιωτικού τομέα, που μόνον κάποια μακρινή συνάφεια φαίνεται να έχουν με δημοσίου χαρακτήρα δραστηριότητες.
ΙΙΙ. Η ιστορική σφυρηλάτησις του Ν. 1608/50 επαπειλουμένης ποινής ισόβιας κάθειρξης, χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο μη ποινικό θεσμικό πλαίσιο, όχι μόνον μέχρι τούδε δεν προστάτευσε τη δημόσια περιουσία, αλλ΄απλά χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο στα πλαίσια  οξύτατων πολιτικών αντιδικιών (και απλό ξεφύλλισμα πρακτικών κοινοβουλίου μας διατρανώνει του λόγου ταληθές).
IV. Ο Ν. 1608/50 ανατρέπει κυριολεκτικά την ισορροπία του όλου (ουσιαστικού και δικονομικού0 ποινικού συστήματος, διότι (α) στραγγαλίζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη (άρθρ. 25) του 6 ΕΣΔΑ θεμελιωδεστάτη αρχή «αναγκαίας αναλογίας μεταξύ ποινής και αντικειμενικής βαρύτητας της πράξεως», απειλώντας για σαφώς περιουσιακού χαρακτήρα εγκληματικές πράξεις ποινή ισοβίας κάθειρξης, δηλαδή χωρίς άλλο, τοποθετεί κατά ανάρμοστο τρόπο προς την και κατά το Σύνταγμα, αλλά και κατά τον Ποινικό μας Κώδικα «αξιολογική κλίμακα εννόμων αγαθών», το έννομο αγαθό της περιουσίας (αναμφισβήτητα υποδεέστερο) στο αυτό επίπεδο μετά σαφώς υπέρτερα αγαθά πολιτεύματος και ανθρώπινης ζωής, περαιτέρω δε (β) δικονομικά τίθεται σ’ ένα πλαίσιο εξαιρετικό αφού οι σχετικές υποθέσεις, με ειδική πρόβλεψη άρθρου 308 εδ. 1 ΚΠΔ, εισάγονται απ’ ευθείας στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα για παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, που είναι διπλά ζημιωμένος εξ υπαρχής και διότι χάνει τον πρώτο βαθμό ενδιάμεσης διαδικασίας, που είναι το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, και το δικαίωμα αναίρεσης κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος.
          Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής και του καθ’ ημέραν ενδιαφέροντος ότι «Ο ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΑΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΝΑ ΑΠΕΙΛΕΙ ΠΟΙΝΕΣ ΚΑΤΑ ΒΟΥΛΗΣΙΝ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ (ως με τον Ν. 1608/50) ΝΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΕΙ ΕΠΙΤΕΥΞΙΝ ΑΜΦΙΒΟΛΩΝ ΣΤΟΧΩΝ Ή (ΕΣΤΩ) ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΙΔΕΙΞΕΙ ΠΥΓΜΗ.
          Η απειλή ισόβιας κάθειρξης κατά του δράστη μικροκλοπών κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου, ενώ ο δράστης κοινής υπεξαίρεσης μερικών δισεκατομμυρίων απειλείται με κάθειρξη μέχρι 10 ή 20 έτη, αποτελεί διαυγέστατο και ευκρινέστατο παράδειγμα «νομοθετικής αυθαιρεσίας».
V. Αποβλέπεται σε βάρος της ενδελεχούς σταθμίσεως ανακριτικών δεδομένων, η επιπόλαια επιτάχυνσις διαδικασίας δικαστικής εκκαθαρίσεως κάποιων πλευρών υπηρεσιακής εγκληματικότητας, που έχει βαπτισθεί (οπωσδήποτε με μίαν χροιάν υπερβολικήν ηθικολογικά ως «διαφθορά»), που δεν είναι τόσο ασυνήθης, αλλά καθημερινώς τόσον οικεία, ώστε να υιοθετείται και να ρυθμίζεται σ’άπαντα σχεδόν τα ευρωπαϊκά και εν γένει διεθνή κείμενα ποινικού δικαίου.
VI. Με αυτό το παλαιοντολογικό –σκιάχτρο- νομοθέτημα οι μεν υπάλληλοι (έτι και ευρύτερου δημόσιου τομέα) μεταβάλλονται εις ψοφοδεείς μαριονέτες, στερούμενοι ως εικός, και στοιχειωδώς πρωτοβουλιών και αναπτύξεως δραστηριοτήτων, περιοριζόμενοι εις το κέλυφος «βρέξει, χιονίσει το τσουκάλι να γεμίσει», οι δε συναλλασόμενοι κυρίως μετά τραπεζικών ιδρυμάτων «να τους πλακώνει η σκλαβιά και να τους σκιάζει η φοβέρα» και να μην αποτολμούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους από την κατά καιρούς ληστρικήν και εκβιαστικήν συμπεριφοράν ενίων τραπεζικών ιδρυμάτων, υπό τον φόβον εμπλοκής των εις τα αιχμηρά γρανάζια του Ν. 1608/50 και δεν είναι ότι κατά την λαϊκήν ρήσιν «θα πάνε για μαλλί και θα βγουν κουρεμένοι», αλλά το χειρότερο «θα σβήσουν με συνοπτικές διαδικασίες από «προσώπου γης» και θα περάσουν όλη την υπόλοιπη ζωή τους στα «σίδερα της φυλακής» μακριά από κοινωνία, οικογένεια, όνειρα και δραστηριότητα.
Υπό την τηλαυγή επένδυσιν των ηγηθεισών σκέψεων και κρίσεων, υπό την έκδηλον πίεσιν της συγχρόνου πραγματικότητος ληπτέα αμεσώτατα τα εξής μέτρα τυγχάνουν:
        Ο περιορισμός του πεδίου εφαρμογής του ν. 1608/1950 στον πραγματικά «Δημόσιο» Τομέα (Δημόσιο και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου)
        Η εφαρμογή του ν. 1608/1950 μόνον σε περιπτώσεις που θα πρόκειται πράγματι για in cocreto προσβολή της «δημόσιας περιουσίας», ώστε αποκλειομένης της προελεύσεως των επίδικων χρημάτων από το Δημόσιο ή συγκεκριμένο ΝΠΔΔ, να μην στοιχειοθετούνται τα πραγματικά δεδομένα ενεργοποίησεως του άρθρου 263 Α ΠΚ, οπότε και να αποκλείεται η αναγωγή τυχόν τελεσθέντων περιουσιακών εγκλημάτων στη διακεκριμένη διάσταση του ν. 1608/1950, καταργουμένης της προστασίας αυτής του Ν. 1608/50 ως προς τα τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία σήμερον τυγχάνουν βασικώς ιδιωτικού χαρακτήρος.
        Η αναπροσαρμογή του ελάχιστου οφέλους η ζημίας σύμφωνα με τα τρέχοντα και προβλεπόμενα στο εγγύς μέλλον οικονομικά δεδομένα
   Η απάλειψη των ιδιαζόντων επιβαρυντικών περιστάσεων και της απειλούμενης για αυτές ποινή της ισόβιας κάθειρξης
        Η πρόβλεψη αυτοτελούς πλαισίου ποινής για την υπόθαλψη εγκληματία, την παρασιώπηση κακουργήματος και την αποδοχή προϊόντων εγκλήματος (π.χ κάθειρξη μέχρι δέκα ετών)
        Η επαναφορά του ενδίκου μέσου της αναιρέσεως κατά των παραπεμπτικών βουλευμάτων.
   Στην περίπτωση που τα τελούμενα από υπάλληλο εγκλήματα του ν. 3074/2002 εγκλήματα εμπίπτουν και στα κυρωτικά όρια του ν. 1608/1950 να παραπέμπονται στο ακροατήριο με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών και όχι με απευθείας κλήση στο ακροατήριο.
Μία τροποποίηση του ν.1608/1950 με το παραπάνω περιεχόμενο θα τερμάτιζε εν πολλοίς τις ερμηνευτικές αμφισβητήσεις και τις ταλαντεύσεις της νομολογίας και θα μετρίαζε την -αφόρητη σήμερα-διαταραχή που προκαλεί ο αναζητούμενος νόμος στο σύστημα του Ποινικού Κώδικα και του κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ακόμη όμως και ένας «βελτιωμένος» ν. 1608/1950 -πέραν του ότι θα ήταν ανά πάσα στιγμή ευάλωτος σε ευκαιριακές «επί το αυστηρότερον» τροποποιήσεις, στις οποίες αρέσκονται ιδιαιτέρως οι παρ' ημίν νομοθετούντες- δεν έχει θέση στο πλαίσιο μιας ειρηνικής έννομης τάξεως, όπως θέλει να είναι η δική μας. Η ενίσχυση της προστασίας της δημόσιας περιουσίας -όπου αυτή κριθεί αναγκαία- μπορεί άριστα να επιδιωχθεί με την συμπλήρωση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, χωρίς να είναι αναγκαία η καταφυγή σε έκτακτα παρα-νομοθετήματα του είδους του ν. 1608/1950 με όλες τις εντεύθεν δικαιο-πολιτικές παρενέργειες.
Πριν από χρόνια οι συντάκτες του ν. 1608/1950 θεώρησαν ότι το δρακόντειο αυτό νομοθέτημα ήταν αναγκαίο ως προσωρινό μέτρο έκτακτης ανάγκης για την προστασία της περιουσίας του δοκιμαζόμενου ελληνικού κράτους. Το 1987 οι συντάκτες του ν. 1738/1987 προχώρησαν σε μία άνευ προηγουμένου διόγκωση του ποινικού «δημόσιου» τομέα και στη χαώδη επέκταση του ν.1608/1950, επικαλούμενοι -και αυτοί- την
ανάγκη προστασίας της «δημόσιας» περιουσίας. Η εμπειρία της εφαρμογής του νόμου απέδειξε ότι ο διακηρυγμένος στόχος του παρέμεινε ανεκπλήρωτος. Από την άλλη πλευρά, η χρησιμοποίησή του από τους μονομάχους της πολιτικής αρένας ενέπλεξε το ποινικό δίκαιο και τους εφαρμοστές του σε μία περιπέτεια που τους έχει στοιχίσει ένακομμάτι από το κύρος τους. Ο ν. 1608/1950 δεν είναι αποτελεσματικό όπλο για την προστασία της δημόσιας περιουσίας, αλλά επικίνδυνο απολίθωμα. Η πλήρης κατάργησή του αποτελεί επείγουσα ανάγκη.


          Για όλους λοιπόν τους παραπάνω λόγους, στην αρχή του παρόντος σημειώματός μου εποιησάμην μνείαν περί «περιέργου μέχρι και υπόπτου δισταγμού, για μετουσίωση και ενσάρκωση των ηγηθεισών ταπεινώς αλλά και ευπροσώπως υποδείξεών μου». «οι καιροί ου μενετοί» στην εποχή μας, που τα πάντα κινούνται με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, που ο άνθρωπος κατέκτησε προ πολλού το διάστημα, και ο στίχος από την απαράμιλλον τραγωδίαν του Σοφοκλή «Αντιγόνη» «ουδέν ανθρώπου «δεινότερον πέλει», το επάναγκες εκσυγχρονισμού του δικαϊκού μας συστήματος και εναρμονίσεως της καθημερινώς το Δίκαιον διαπλαθούσης νομολογίας μας προς τα σύγχρονα δεδομένα, είναι αδιανόητον να τυγχάνουν εφαρμογής νομοθετήματα ισχύος πο ημίσεως και πλέον αιώνος ως ο Ν. 1608/50 με απειλήν εξοντωτικών ποινών δια την απάβλυνσιν των οποίων, οι δικαστές ως εφαρμοστές Δικαίου να είναι συνειδησιακά υποχρεωμένοι να εφευρίσκουν διάφορα νομικά τεχνάσματα και μεθοδεύσεις (ως π.χ. ότι το ίδιον ποσόν …….. τυγχάνει ελάσσον κλπ.), κάτι δηλαδή δια το οποίον δεν θα ήτο απαραίτητον, εφόσον ο νομοθέτης με αντίληψιν ευρυτάτην και ανάστημα ηθικής υψηλοτάτης, ανταποκρινόμενος εις τας επιταγάς και τα κελεύσματα της συγχρόνου πραγματικότητος τελεσιουργούσε τα προειρημένα.
Ελέχθησαν περί της Ελλάδος ότι υπήρξε κράτος στρατοκρατούμενον, άλλες στιγμές κράτος αστυνομικοκρατούμενον. Απαντήσεις εδόθησαν και δίδονται καθημερινά από την Δημοκρατική διακυβέρνησιν. Λέχθηκε ακόμη ότι η Ελλάς είναι κράτος ΤΡΑΠΕΖΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΝ, ότι η Ελλάς στηρίζεται στην ύπαρξη τραπεζών και μόνον. Για το σημερινό οικονομικό ηθικό ξεπεσμό πταίουν τα τραπεζικά ιδρύματα. Αυτό, τουλάχιστον, τα αναρτημένα έναντι του Εθνικού κοινοβουλίου επί μήνα και πλέον, αεροπανώ το διακηρύττουν και ορθά γιατί στην ουσία ΝΟΜΙΜΟ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΗΘΙΚΟ. Εδώ δόθηκε και μια απάντηση σχετική. Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα δοθή όμως ως προς την υπόστασιν ακόμη του απαρχαιωμένου Ν. 1608/50 πρόλον ότι ο απαρχαιωμένος αυτός νόμος όλο και περισσότερο επιβεβαιώνει τα ανωτέρω και μόνον η κατά τα άνω τροποποίηση θα επέφερε ανάσα ζωής και ανάπτυξης στα πλαίσια μιας σωστής δημοκρατικής διακυβέρνησης, έχοντες πάντοτε ως προμετωπίδα σκέψεων και κινούν ελατήριον δραστηριότητας ότι «όπου δεν υπάρχει δικαιοσύνη, δεν υπάρχει και δημοκρατία και επομένως όπου υπάρχει δημοκρατία, υπάρχει και δικαιοσύνη. Και αυτή ακριβώς η θεία, απόλυτος και άφθαρτη του Δικαίου φωνή επιζητεί, επιτάσσει και επιβάλλει την άμεση προσαρμογήν του Δικαίου εις τας κρατούσας συγχρόνους καταστάσεις και ειδικώτερον την τροποποίησιν υου Ν. 1608/50 κατά τα προϋποστηριχθέντα.

Αθήναι τη 4η Ιουλίου 2011

Μεθ’ υπολήψεως διατελών και ευελπιστών δια τα καθ’ Υμάς

ΠΕΤΡΟΣ ΜΑΝ. ΛΕΩΤΣΑΚΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΥΧΟΣ ΝΟΜΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑΣ 10 – ΚΑΛΛΙΘΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ - 176 73
Α.Φ.Μ.: 015340027 – Δ.Ο.Υ.: Α΄ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΗΛ: (210) 9242963 – ΦΑΞ: (210) 9242964
ΚΙΝ.6943074979
(ΑΜΔΣΠ 1223)
Εmail: petleots@gmail.com
BLOG: http://petleots.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου